Lev - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Lev - translation to γαλλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
LEV (disambiguation); LEV; Lev (disambiguation)

Lev         
Lev, male first name; family name
lev      
n. #lev, lev
levier         
n. prise, lever

Ορισμός

lev
[l?v, l?f]
(also leva 'l?v?)
¦ noun (plural leva or levas or levs) the basic monetary unit of Bulgaria, equal to 100 stotinki.
Origin
Bulgarian, var. of lav 'lion'.

Βικιπαίδεια

Lev
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Lev
1. Ouri Bar–Lev, et le commandant de la région militaire sud d‘Israël, le général Dan Har–El.
2. Le PDG d‘Aeroflot, Lev Kochliakov, a toutefois reconnu à la télévision que la "situation (était) critique" pour sa compagnie.
3. Il y a urgence. «Je ne connais aucune compagnie qui soit contente de cet aéroport, admet le directeur de la communication d‘Aeroflot, Lev Koshliakov.
4. Son histoire, c‘est celle de Lev Aslanovitch Tarassov, né le 1er novembre 1'11 ŕ Moscou, et devenu 24 ans plus tard, sur les conseils de Plon, Henri Troyat.
5. Lev Leviev, un fils de rabbin tr';s orthodoxe, né en 1'56 ŕ Tachkent, en Ouzbékistan, et émigré en Israël en 1'71.